Ο Θεός δεν επιβάλλει την παρουσία Του, την προσφέρει (Μητρ. Αnthony Bloom)

Ζούμε σ’ ένα κόσμο πραγμάτων πού αποσπούν την προσοχή μας και μας επιβάλλονται. Δεν είναι ανάγκη εμείς να τα προσέξουμε. Εκείνα από μόνα τους στέκονται μπροστά μας!

Τα μη ορατά όμως δεν επιβάλλονται μόνα τους, πρέπει εμείς να τα αναζητήσουμε και να τα ανακαλύψουμε.

O γύρω κόσμος απαιτεί την προσοχή μας, o Θεός μας προσκαλεί διακριτικά.

Θυμάμαι κάτι πού ένας γέροντας μοναχός μου είπε κάποτε: «Το «’Aγιο Πνεύμα μοιάζει σαν ένα μεγάλο δισταχτικό πουλί πού κατέβηκε κάπου κει κοντά μας. «Όταν το βλέπεις να έρχεται πιο κοντά μη κουνιέσαι για να μην το τρομάξεις. Άφησε το να ρθει δίπλα σου».

Αυτό ίσως μπορεί να μας θυμίσει την έπιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, «εν είδει περιστεράς».Αυτή ή εικόνα ενός πουλιού πού κατεβαίνει δισταχτικό και ταυτόχρονα έτοιμο να προσφερθεί είναι μια βιβλική εικόνα γεμάτη βαθιά νοήματα αν και ένας Ιάπωνας κάποτε μου έλεγε: «στη χριστιανική θρησκεία νομίζω ότι μπορώ να καταλάβω τον Πατέρα και τον Υιό, άλλα δε μπορώ ν’ ανακαλύψω τη σπουδαιότητα του άξιότιμου περιστεριού!

Για να συνεχίσουμε λίγο ακόμα με τα σύμβολα της διακριτικότητας πού είναι το χαρακτηριστικό μιας καρδιάς πού προσφέρεται αλλά δεν εξευτελίζεται, ας ξαναρίξουμε μια ματιά στο «Μικρό Πρίγκιπα» του Αntoine de Saint-Exupery. Στο σημείο όπου ή αλεπού περιγράφει πώς o μικρός Πρίγκιπας θα
μπορούσε να την εξημερώσει.

Θα χρειαστεί να είναι πολύ υπομονετικός, να κάθεται λίγο μακριά της, να την κοιτάζει με την άκρη του ματιού του και να μην λέει τίποτε, γιατί τα λόγια προκαλούν παρεξηγήσεις.

Μέρα με τη μέρα θα κάθεται πιο κοντά και σιγά σιγά θα γίνουν φίλοι. Βάλε το «Θεό» στη θέση της αλεπούς και θα δεις την αγάπη, την παρθενική σεμνότητα,τη διακριτικότητα πού προσφέρεται αλλά δεν εξευτελίζεται. O Θεός δε δέχεται μια γλειώδη, αβασάνιστη σχέση, ούτε επιβάλλει την παρουσία Του, την προσφέρει. Κι ή προσφορά Του αυτή δε μπορεί να γίνει δεχτή παρά μόνο με ίσους όρους. Δηλαδή με την αντίστοιχη προσφορά μιας ταπεινής, γεμάτης αγάπη καρδιάς. Μιας προσφοράς κι άπ’ τους δυο που σεμνά και διακριτικά θ’ αναζητούν o ένας τον άλλο με βαθύ κι αμοιβαίο σεβασμό και με επίγνωση της αγιότητας και της άφατης ομορφιάς πού χαρίζει ή αμοιβαία αγάπη.

O εξωτερικός κόσμος μας επιβάλλεται. O εσωτερικός κόσμος μπορεί να γίνεται αντιληπτός, αλλά δεν εκλιπαρεί την προσοχή μας: πρέπει να προχωρούμε σιγά και προσεκτικά. Να καιροφυλαχτούμε για τον εσωτερικό μας κόσμο, σαν το θαυμαστή των πουλιών πού για να τα παρατηρήσει παίρνει μια θέση στο δάσος ή στους αγρούς και κάθεται σιωπηλός, αλλά γεμάτος ένταση. Στέκει ακίνητος, άλλ’ όμως άγρυπνος και παρατηρητικός.

Αυτή την ένταση της προσοχής πού μας επιτρέπει ν’ αντιληφτούμε όσα αλλιώτικα μας διαφεύγουν, την αποδίδουν τα λόγια αυτού του παιδικού τραγουδιού:

Μια γέρικη σοφή κουκουβάγια ζούσε σε μια βελανιδιά
Όσο έβλεπε περισσότερο,τόσο μιλούσε λιγότερο.
Κι Όσο μιλούσε λιγότερο,τόσο άκουγε περισσότερο.
«Αχ! να μοιάζαμε και μεις της γέρικης της κουκουβάγιας της σοφής!

Τυφλωμένοι από τον κόσμο των γύρω πραγμάτων ξεχνάμε ότι αυτός δε φτάνει το βάθος στο όποιο o άνθρωπος είναι ικανός να διεισδύσει. O άνθρωπος είναι μικρός και ταυτόχρονα μεγάλος.

Όταν αναλογιζόμαστε τον εαυτό μας μέσα στο σύμπαν πού συνεχώς απλώνεται αμέτρητα μεγάλο ή άπειρα μικρό τον βλέπουμε σαν έναν κόκκο σκόνης παροδικό εύθραυστο και χωρίς σημασία.

Άλλα όταν στραφούμε προς τα μέσα μας,ανακαλύπτουμε ότι τίποτε σ’ αυτή την απεραντοσύνη δεν είναι αρκετά μεγάλο για να μας γεμίσει εντελώς. «Όλη ή δημιουργία είναι σαν ένας κόκκος άμμου στα βάθη του είναι μας. Είμαστε απέραντα μεγάλοι για να μας γεμίσει ή ικανοποιήσει o κόσμος αυτός. Μόνο o Θεός που μας έπλασε για να γίνουμε «κοινωνοί θείας φύσεως» μπορεί να μας γεμίσει.

O υλικός κόσμος έχει αδιαφάνεια, πυκνότητα, βάρος και όγκο, άλλα δεν έχει βάθος. Μπορούμε να εισδύσουμε στην καρδιά των πραγμάτων και όταν φτάσουμε στο πιο βαθύ σημείο τους πού είναι το τελικό σημείο δε βρίσκουμε δρόμο προς το άπειρο. Το κέντρο μιας σφαίρας, λόγου χάρη, είναι το εσωτερικότερο σημείο της. «Αν προσπαθήσουμε να πάμε πέρα άπ’ αυτό ξαναγυρίζουμε στην επιφάνεια της σφαίρας, στον αντίποδα.

Ή ‘Αγία Γραφή μιλάει για το βάθος της ανθρώπινης καρδιάς. Πρόκειται για ένα βάθος πού είναι αμέτρητο από τη φύση του. Είναι απέραντο και ξεπερνάει κάθε όριο μέτρησης. Το βάθος αυτό είναι ριζωμένο στην απεραντοσύνη του ϊδιου του Θεού.

Πότε άραγε μπορούμε να αρχίσουμε την έρευνα για να γνωρίσουμε μέχρι ποιο σημείο είμαστε τυφλοί, τυφλωμένοι δηλαδή από τα ορατά πού μας εμποδίζουν να συλλάβουμε τ’ αόρατα;

Μόνο όταν καταλάβουμε τη διαφορά ανάμεσα σε μια παρουσία πού επιβάλλεται και σε μια άλλη πού πρέπει να την αναζητήσουμε επειδή τη νιώσαμε στην καρδιά μας.

Ακόμα, όταν καταλάβουμε τη διαφορά ανάμεσα στο βάρος, την αδιαφάνεια και την πυκνότητα των αντικειμένων του γύρω μας κόσμου και στο ανθρώπινο βάθος πού μόνο o ίδιος o Θεός μπορεί να γεμίσει.


Μην αμελήσετε να κάνετε Μου αρέσει! στη νέα μας σελίδα στο facebook!
Ευχαριστούμε πολύ!