Ο Άγιος Παΐσιος διηγείται ένα περιστατικό κατά την έξοδο του από το Άγιον Όρος στη Θεσσαλονίκη

Ό άνθρωπος, όταν δέχεται ό,τι τού συμβαίνει με δεξιό λογισμό, βοηθιέται. Ένώ, όταν δουλεύη αριστερά, βασανίζεται, λειώνει, παλαβώνει.

Μια φορά, πριν άπό χρόνια, μπήκαμε σε ένα φορτηγό πού είχε γιά καθίσματα κάτι σανίδες, για να έρθουμε από την Ούρανούπολη στην Θεσσαλονίκη. Μέσα ήταν άνω-κάτω βαλίτσες, πορτοκάλια, ψάρια, βρώμικα καφάσια από ψάρια πού τα επέστρεφαν, παιδιά από την Άθωνιάδα, άλλα καθιστά, άλλα όρθια, καλόγεροι, λαϊκοί.

Ένας λαϊκός ήρθε και κάθισε δίπλα μου. Ήταν και χονδρός και, επειδή κάπως στρυμώχτηκε, έβαλε τις φωνές: «Τί κατάσταση είναι αυτή!».

Πιο εκεί ήταν ένας μοναχός πού, ό φουκαράς, ήταν κουκουλωμένος μέχρι επάνω άπό τά καφάσια καί μόνον το κεφάλι του είχε έξω. Έν τω μεταξύ, όπως κουνιόταν το φορτηγό ό δρόμος ήταν ένας καρρόδρομος χαλασμένος, έπεφταν τά στοιβαγμένα καφάσια καί ό καημένος προσπαθούσε νά τά πετάη άριστερά-δεξιά μέ τά χέρια του, γιά νά μήν τον χτυπήσουν στο κεφάλι.

Καί ό άλλος φώναζε, επειδή καθόταν λίγο στρυμωχτά.

«Δεν βλέπεις, τού λέω, εκείνος πώς είναι, κι εσύ φωνάζεις;».

Ρωτάω και τον μοναχό: «Πώς τα περνάς, πάτερ;».

Κι εκείνος χαμογελώντας μού λέει: «Άπό την κόλαση, Γέροντα, καλύτερα είναι εδώ»!

Ό ένας βασανιζόταν, αν και καθόταν, και ό άλλος χαιρόταν, παρόλο πού τα καφάσια κόντευαν να τον κουκουλώσουν. Και είχαμε δυο ώρες δρόμο δεν ήταν και κοντά. Ό νους τού λαϊκού γύριζε στην άνεση πού θα είχε, αν ταξίδευε με λεωφορείο, και πήγαινε να σκάση, ενώ ό μοναχός σκεφτόταν την στενοχώρια πού θα είχε, αν βρισκόταν στην κόλαση, και ένιωθε χαρά.

Σκέφθηκε: «Σε δυο ώρες θα φθάσουμε και θα κατεβούμε, ενώ οι καημένοι στην κόλαση ταλαιπωρούνται αιώνια. Ύστερα έκεί δεν έχει καφάσια, κόσμο κ.λπ., άλλα είναι κόλαση. Δόξα Σοι ό Θεός, εδώ είμαι καλύτερα».

Από το βιβλίο: «ΛΟΓΟΙ Γ – ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ – ΓΈΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΠΟΡΕΙΤΟΥ»


Μην αμελήσετε να κάνετε Μου αρέσει! στη νέα μας σελίδα στο facebook!
Ευχαριστούμε πολύ!