Κάποτε έπισκέφθηκε τόν παπα-Τύχωνα το Ρώσο ένας μοναχός καί τού είπε πώς δέν έχει κάνει τίποτε τό κακό στή ζωή του.

Κάποτε έπισκέφθηκε τόν παπα-Τύχωνα το Ρώσο ένας μοναχός καί τού είπε πώς δέν έχει κάνει τίποτε τό κακό στή ζωή του.

Διέκρινε, όμως, πώς τα λόγια του έκρυβαν μεγάλη υπερηφάνεια καί λυπήθηκε πολύ καί τόν θεώρησε ξεπεσμένο δαίμονα. Δεν θέλω νά βλέπω τέτοιο άνθρωπο, έλεγε χίλιες φορές νά είχε πέσει σέ άμαρτία, παρά έτσι πού είναι ‘Αυτός γιά κόλασι, παιντί μου”.

Τότε μου διηγήθηκε ένα γεγονός άπ’ τήν πατρίδα του:

Σέ ένα γυναικείο μοναστήρι ήταν μιά νέα μοναχή καί φημιζόταν πολύ γιά τήν άρετή της. Ή ήγουμένη είδε τότε ένα όραμα καί ακούσε φωνή που τής έλεγε, “αυτή τή μοναχή νά τήν ταπείνωσης”. Ή ήγουμένη απόρησε, γιατί τή θεωρούσε ώς τήν καλύτερη μοναχή της. Ή νέα μοναχή είχε συνήθεια μετά την άκολουθία νά μένη μόνη στό ναό.

Στεκόταν μπροστά στήν εικόνα τής Παναγίας καί έλεγε: “Έγώ παρθένος, έσύ παρθένος• εσύ γέννησες, έγώ όχι”. Καί μέ τά λόγια της αύτά έδειχνε τήν ύπερηφάνειά της. Σύντομα, όμως, ό Θεός τής έδωσε πειρασμό, ώστε τήν έφερε σε μεγάλη ταπείνωσι. Καί τότε, γονατισμένη μπροστά στήν εικόνα τής Θεοτόκου, μετανοημένη, ταπεινωμένη, κάνοντας μετάνοιες καί χύνοντας δάκρυα, έλεγε ότι είναι ή άμαρτωλότερη του κόσμου..

“Ντάκρυα, παιδί μου, ντάκρυα, αύτό τέλει Θεός”.


Μην αμελήσετε να κάνετε Μου αρέσει! στη νέα μας σελίδα στο facebook!
Ευχαριστούμε πολύ!