Ιερομόναχος Αμβρόσιος Λάζαρης

 

Ημερομηνία Γέννησης


1912

 

Ημερομηνία Κοίμησης


2006

 

 

Ὁ Ἱερομόναχος Ἀμβρόσιος Λάζαρης γεννήθηκε στίς 21 Δεκεμβρίου 1912 στά Λαζαράτα Λευκάδος. Πατέρας του ἦταν ὁ Παναγιώτης Λάζαρης καί μητέρα του ἡ Ἐλουΐζα, τό γένος Γεωργάκη. Τό ζευγάρι ἀπέκτησε πέντε παιδιά: τόν Πέτρο, τήν Χρυσούλα, τόν Δημήτριο, τόν Σπυρίδωνα (τό κοσμικό ὄνομα τοῦ Γέροντα) καί τήν Γεωργία.   Ὁ πατέρας του ὑπηρέτησε γιά χρόνια στούς Βαλκανικούς πολέμους καί τό θάρρος του στίς μάχες λένε ὅτι ἦταν ξεχωριστό. Ἀργότερα, καί σύμφωνα μέ τήν μαρτυρία τοῦ Ἱστορικοῦ Πάνου Ροντογιάννη, ὑπηρέτησε ὡς γραμματοδιδάσκαλος κατά τήν περίοδο 1926-1932 στό Δημοτικό Σχολεῖο Ἀσπρογερακάτων Λευκάδος. Ἦταν στήν ζωή του πολύ αὐστηρός, ἕως καί σκληρός, στοιχεῖο πού πῆρε ἀπό τούς δικούς του γονεῖς, μέ τούς ὁποίους συγκατοικοῦσε ἡ οἰκογένεια. Ἀντίθετα ἡ μητέρα του ἦταν ἕνας πολύ ἤπιος καί γλυκός ἄνθρωπος, πού νοιαζόταν γιά τό σπίτι της καί τά παιδιά της κι ἔκανε μεγάλη ὑπομονή στίς δυσκολίες τίς ὁποῖες ἀντιμετώπιζε. Ὁ Γέροντας τήν ἀγαποῦσε πολύ καί τῆς εἶχε ἀδυναμία.

Οἱ συνθῆκες ζωῆς στό χωριό ἦταν τότε πολύ δύσκολες καί τά μέλη τῆς οἰκογένειας, ὅπως τόσοι συγχωριανοί, πεινοῦσαν. Ἔτσι ὁ νεαρός Σπυρίδων στερήθηκε πολλά. Παπούτσια δέν φόρεσε, παρά ὅταν πῆγε στόν στρατό. «Τό πόδι μου ἀπό κάτω», ἔλεγε κατόπιν γελώντας, «ἦταν σάν τσαρούχι». Γι’ αὐτό καί ἀναγκάστηκε πολύ νωρίς νά σταματήσει τό σχολεῖο καί ν’ ἀρχίσει νά βοηθᾶ τήν οἰκογένεια ὡς ἐργάτης σέ κτήματα τῶν συγχωριανῶν του.  Γράμματα ἔμαθε μέχρι καί τήν Β’ Δημοτικοῦ. Ὅμως χάρη στήν μητέρα του εἶχε καλή τήν ἐπαφή μέ τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του νωρίς. Ἐκείνη τόν ἔμαθε νά πηγαίνει στόν ναό ἀπό πολύ μικρός, νά προσεύχεται καί ἦταν μαζί πού ἐπισκέπτονταν τα ἐξωκλήσια τῆς περιοχῆς, ἀκόμη καί τά πιό ἀπομακρυσμένα. Τό ἴδιο συνέχισε νά κάνει καί ἀργότερα, ὅταν ἔβαλε τό ράσο, ἐκδηλώνοντας πάλι μέ αὐτόν τόν τρόπο, μοναχικά, τήν πίστη του στόν πνευματικό κόσμο.

Ἦταν πολύ χειροδύναμος. Ἀπό τά λίγα πού ἔλεγε γιά ἐκείνη τήν περίοδο τῆς ζωῆς του, σταχυολογοῦμε τό ἀκόλουθο περιστατικό, τό ὁποῖο ἀφοροῦσε ἕνα παιχνίδι στό χωριό. Ἐκεῖνα τά χρόνια μαζεύονταν οἱ ἄνδρες τίς Κυριακές ἔξω ἀπό τό καφενεῖο μετά τήν ἐκκλησία, ἔπαιρναν μία μεγάλη πέτρα καί τήν πετοῦσαν μακριά, ὅπως τήν σφαίρα. Πῆγε λοιπόν κι αὐτός, σάν παιδί, καί τούς ζήτησε νά δοκιμάσει. Οἱ ἄλλοι τόν περιγέλασαν, ἀλλά τοῦ ἐπέτρεψαν νά ρίξει. Ἐκεῖνος ἔπιασε τήν πέτρα, τῆς ἔδωσε μιά καί τήν ἐξαφάνισε.

Τα ὑλικά ἀγαθά καί τό παρελθόν του στό νησί δέν τόν ἀπασχολοῦσαν διόλου. Μάλιστα, ὅταν μία πενταμελής οἰκογένεια ζοῦσε σέ ἕνα σπίτι πού ὁ Γέροντας εἶχε κληρονομήσει στό νησί καί δέν πλήρωνε ἐνοίκιο, ἐκεῖνος ποτέ δέν ἀπαίτησε, ποτέ δέν διεκδίκησε. Στίς προτροπές ἑνός πνευματικοῦ του παιδιοῦ νά τό ζητήσει, καί πάλι ἀρνήθηκε. Δέν ἤθελε νά τούς δυσκολέψει.  Ἡ ξενιτιά του ἦταν πλήρης. Ἄλλα καί τό πατρικό του σπίτι, ὅταν τό εἶδε πολύ μετά ἀπό φωτογραφίες τελείως κατεστραμμένο καί ἀκατοίκητο, δέν τόν ἐνόχλησε στό παραμικρό. Γύρευε ἀλλοῦ τήν κατοικία του.

Λόγοι του γέροντα

  • Ν’ αποφεύγετε, παιδί μου, την αμαρτία. Όταν πολεμάτε, να κοιτάζετε την εικόνα του Κυρίου και να Του λέτε: «Θέλεις να είμαι θλιμμένος; Θέλεις να πορνεύω; Θέλεις να θυμώνω;».  Κι Αυτός θα στέλνει τη βοήθειά Του. Να έχετε πίστη Θεού και όλα θα τα νικάτε.
  • Nα κάνεις προσευχή κάθε μέρα και να λες, πέραν των άλλων: «Φύλαξε με, Θεέ μου, από την κακία των ανθρώπων».
  • Ο Θεός είναι δίπλα μας, θα του μιλήσεις σαν φίλο σου: «Έλα, βοήθησε με». Όταν προσεύχεσαι, να ξέρεις ότι είσαι μπροστά στον Χριστό και την Παναγία. Να είσαι ταπεινός και να λες: «Έλα, Παναγία μου, να με βοηθήσεις να διορθωθώ».
  • Και ένα φύλλο να σηκώσεις και να εργασθείς για την Παναγία, ο Κύριος σε αμείβει. Είναι δίκαιος ο Κύριος!
  • Τα κομποσκοίνια να είναι για προσευχή, όχι για φιγούρα, για να τα βλέπει ο κόσμος!  Ή ευχή «Κύριε, ελέησον» είναι σαν ένα σπαθί πού κόβει στα δύο τον σατανά.
  • Τον φύλακα Άγγελο τον παίρνουμε τη μέρα της βαπτίσεώς μας. Αν προσευχηθείς σ’ αυτόν,  θα σου φανερωθεί. Αλλά έχεις και δαίμονες δίπλα σου, να το ξέρεις. Να προσέχεις!
  • Τα πράγματα θα εξελιχθούν πολύ γρήγορα. Ο διάβολος θα κυριαρχήσει. Όσοι τον πλησιάσουν, θα τους τσακίσει, θα τους συντρίψει. Φίλους αυτός δεν έχει…
  • Όταν ο ιερέας λέει “Πρόσχωμεν τα Άγια τοις Αγίοις”, είναι ή μεγαλύτερη και φοβερότερη στιγμή, γιατί τότε είναι ανοιχτοί οι Ουρανοί και για ότι παρακαλέσουμε τον Θεό, εισακουόμαστε.
  • Μια φορά, ο Γέροντας βρισκόταν με άλλους σ’ ένα ιδιωτικό αυτοκίνητο και πήγαιναν προς την περιοχή του Διονύσου. Ανέβαιναν για προσκύνημα σε κάποιο Μοναστήρι, όταν σε μια στροφή κατέβαινε με Ιλιγγιώδη ταχύτητα από την αντίθετη πλευρά ένα αυτοκίνητο, το όποιο κατευθυνόταν επάνω τους. Ο Γέροντας μόλις πού πρόλαβε να πει «Πανάγια, βοήθα μας!» και κάτι σαν τεράστιο χέρι τους σήκωσε όλους μαζί με το αυτοκίνητο και τους έβαλε πάλι στην άσφαλτο, σώζοντας τους από βέβαιο τρακάρισμα, από το όποιο κανείς δεν ξέρει ποιος θα ζούσε και πώς.
  • Ο Γέροντας είπε:
    – Πρόσεξε τι θα σου πω. Όταν ξεκινάς να πηγαίνεις κάπου, θα σταυρώνεις το τιμόνι 3 φορές και θα λες: «Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος». Δεν θα παθαίνετε τίποτα
  • Ο Γέροντας αγαπούσε πολύ τα παιδιά και λυπόταν, εάν κάποιο πονούσε, ή υπήρχε περίπτωση να χαθεί…
    Έτσι, όταν τον επισκέφθηκε κάποτε μια οικογένεια, γύρισε στον 12χρονο γιο και του είπε:
    – Καλός είσαι. Πας στην εκκλησία;
    – Πάω.
    – Εξομολογείσαι;
    – Εξομολογούμαι.
    – Α, καλά. ‘Αλλά στα μπαράκια μην ξαναπάς.
    -Μα δεν πάει, είπε ο πατέρας.
    Πώς δεν πάει; Επέμενε ο Γέροντας. Έχει πάει δύο φορές κι ετοιμάζεται να ξαναπάει. Κι όπως στράφηκε προς το παιδί, εκείνο τότε είπε με συστολή:
    -Ε… Γέροντα, με πήγαν, εγώ δεν…
    – Όποτε άρχισε αυτός να τους νουθετεί και να λέει για τα νυχτερινά κέντρα, πώς είναι ο τόπος ταφής των νέων…
    «Εκεί ο διάβολος είναι ακράτητος και σκορπά τον θάνατο», τόνισε χαρακτηριστικά…

Περισσότερες Σχετικές Δημοσιεύσεις


Μην αμελήσετε να κάνετε Μου αρέσει! στη νέα μας σελίδα στο facebook!
Ευχαριστούμε πολύ!